μειοῦ

μειοῦ
μειόω
lessen
pres imperat mp 2nd sg
μειόω
lessen
imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μείου — μείης masc gen sg μειόω lessen pres imperat act 2nd sg μειόω lessen imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μέιου, Τζον — (John Mayow, 1640 – 1679). Άγγλος χημικός και φυσιολόγος. Σπούδασε στην Οξφόρδη και υπήρξε μέλος της Βασιλικής Εταιρείας. Ήταν ένας από τους πρώτους ερευνητές που μελέτησαν τα αέρια και απέδειξε πρώτος πειραματικά ότι δεν είναι όλα τα συστατικά… …   Dictionary of Greek

  • МИАРГИРИТ — [μείου (меион) меньше; άργυρος (ΰргирос) серебро] м л, AgSbS2 Содержит примесь As. Мои псевдокуб. К лы толстотаблитчатые. Дв. по {213}. Сп несов. по {010}. Агр. зернистые. Железно… …   Геологическая энциклопедия

  • χημεία — Η επιστήμη που μελετά τη σύσταση των ουσιών, τις αντιδράσεις τους και την παρασκευή τους. Παρότι ο ορισμός αυτός είναι ελλιπής ως προς τους σκοπούς της χ. είναι αρκετά πρόσφατος και απαιτήθηκαν αιώνες για να συμπληρωθεί. Η πολυπλοκότητα των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”